Αν παρομοιάσουμε τις σχέσεις των δύο φύλων με ένα ιππήλατο κάρο, το άλογο αναπαριστά την Αγάπη ενώ το κάρο την σωματική σχέση μεταξύ του ζευγαριού. Ή με άλλα λόγια το άλογο είναι η ψυχή, και το κάρο οι αισθήσεις.
Από την στιγμή της πτώσης και μετά τα δύο φύλα οφείλουν να επαναπροσανατολίζουν το ποιός θα κινήσει το ιππήλατο. Αν η αγάπη είναι εκείνη που θα προκαλέσει την σεξουαλική επιθυμία τότε έχουμε την ερωτική μέθη, την θεϊκότητα. Τότε το σεξ γίνεται το μέσο με το οποίο και οι δύο θα μετατρέψουν κάτι από ανθρώπινο σε θεϊκό. Ή μάλλον για να το ορίσουμε πιο σωστά, θα επιτρέψουν στην θεϊκότητα να αναδυθεί και πάλι, παραμερίζοντας τις όποιες «πτωτικές» συνέπειες που το είχαν καταστήσει κάτι το απλά ανθρώπινο. Τότε πραγματικά εκείνο που είναι αθάνατο μέσα του αντικρύζει εκείνο που είναι αθάνατο μέσα της, και οι Θεοί κατεβαίνουν για να σμίξουν μαζί τους. Το ζωώδες θα υψωθεί σε υπέρτατη μυητική λειτουργία, όπως κάποτε ήταν.
Συμβαίνει όμως πολλές φορές το ακριβώς αντίθετο. Κάθε μέρα δίπλα μας.
Γιατί κάτι το τόσο θεϊκό έγινε απλά ζωώδες; Για ποιό λόγο οι αισθήσεις έφεραν την Αγάπη, αντί η Αγάπη να ενεργοποιήσει εκείνη την υπέρτατη διαδικασία κατά την οποία το θείο κατέρχεται και ολοκληρώνει τον άνθρωπο, όταν το ανθρώπινο ανέλθει και ενεργοποιήσει το θείο;
Για ποιό λόγο ο «κατ’εικόνα και ομοίωση» άνθρωπος άφησε τα ηνία του κάρου του και το κάρο κινείται μόνο του, παρασύροντας αναγκαστικά και κάποιο άλογο που έτυχε να βρίσκεται δεμένο σ’αυτό…;
Από την πτώση του όντος, ο «κατ’εικόνα και ομοίωση» κατέστη ανελεύθερος. Η ανελευθερία του, ορίζει κάθε μέρα όλο και περισσότερο τις επιλογές του. Σε κάποιο Τυπικό μας είναι γραμμένο ότι κάποιος για να αυτοκαταστραφεί χρειάστηκε «και την βοήθεια των παρόντων». Ποιός κυβερνά τις καθημερινές μας επιλογές; Ποιός ορίζει τί θα κάνουμε;
Μήπως τα πράγματα είναι χειρότερα απ’ότι νομίζουμε και υποψιαζόμαστε; Μήπως όχι απλά δεν κυβερνάμε μόνοι μας τις επιλογές μας, αλλά δεν τις κυβερνάμε καθόλου; Μήπως παραδώσαμε τα κλειδιά της ύπαρξής μας στους άλλους;
Αναρωτηθήκαμε ποτέ πριν από κάθε μας πράξη μήπως δικαιωνόμαστε μόνον και αποκλειστικά στα μάτια των άλλων. Και τα δικά μας πότε θα δικαιωθούν; Μήπως νομίζουμε ότι δικαιωνόμαστε μόνοι μας, ενώ στην ουσία εισπράττουμε την δικαίωση που μας στέλνουν οι άλλοι;
Επειδή, υποψιαζόμαστε ότι όλα αυτά όντως συμβαίνουν, θα πρέπει να σκεφτούμε και ποιά είναι η επίπτωση όλων αυτών στην μυητική διαδικασία η οποία περιμένει να εκδηλωθεί μέσα μας, όταν όμως εμείς αποφασίσουμε ότι δεν θα ασχολούμαστε με την δικαίωση μέσω άλλων. Όταν θα φτάσουμε στο σημείο να μην έχουμε να αποδείξουμε σε κανέναν τίποτα…
Ας σκεφθούμε για παράδειγμα ότι ανέκαθεν ο χορός ήταν πλην της καλλιτεχνικής δημιουργίας αυτής καθεαυτής, και μία τεχνική ερωτικής έκστασης. Ο Τζελαλαντίν Ρουμί έγραψε ότι «εκείνος που γνωρίζει την αξία του χορού, ζει μέσα στον Θεό γιατί γνωρίζει πώς λικνίζεται η αγάπη». Ο Goethe είχε γράψει σε ένα έργο του ότι όταν πρωτοεμφανίσθηκε το βάλς, προκάλεσε αίσθηση διότι ήταν ολοφάνερο ότι ο καβαλιέρος κατακτά την γυναίκα η οποία είναι αδιανόητο ότι θα χορέψει με άλλον άνδρα. Για ποιο όμως λόγο ο χορός προκαλεί ερωτική έκσταση; Μήπως πρόκειται για λειτουργία που προέρχεται κατά βάθος μέσα από την εσωτερική εκτόνωση αισθημάτων, και όχι απλά επανάληψη κινήσεων τεχνικού χαρακτήρα; Έχουμε επομένως απουσία πράξης που γίνεται για επιβεβαίωση από τους άλλους. Παρόμοια λειτουργία έχει το τραγούδι, η ποίηση και σχεδόν όλες οι καλλιτεχνικές λειτουργίες. Στην καλλιτεχνική έκφραση έχουμε το άλογο να σέρνει το κάρο (που εδώ το άλογο είναι έμπνευση και το κάρο το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα). Έχουμε επομένως μία λειτουργία που παρομοιάζεται με την μύηση, διότι η μύηση δεν επιζητά την επιβεβαίωση κανενός άλλου πλην του εσωτερικού κόσμου του μυούμενου. Συγγραφείς έχουν παρατηρήσει ότι κατά την διάρκεια της ερωτικής λειτουργίας υπάρχει μία αυστηρή σοβαρότητα. Τίποτα δεν γίνεται για άλλον λόγο. Αποτελεί λειτουργία που πηγάζει εκ των έσω και μόνον. Στις Ουπνισάδες είναι γραμμένο ότι «περιστέλλεται η συνείδηση τόσο του εξωτερικού όσο και του εσωτερικού κόσμου». Πρόκειται για εμπειρία που αγγίζει το υπερβατικό εγώ ή άτμαν. Σε ένα μυθιστόρημα αναφέρεται ότi ο ήρωας έλεγε «από τώρα και στο εξής ο ήλιος, το φεγγάρι και τ’αστέρια μπορούν να ακολουθήσουν τον δρόμο τους εν ειρήνη, διατί δεν γνωρίζω αν είναι μέρα ή νύχτα και ολόκληρο το σύμπαν έχει εξαφανιστεί από τα μάτια μου…»
Έτσι, μπορούμε με βεβαιότητα να πούμε ότι, όταν το άλογο σύρει το κάρο, δηλαδή όταν η αγάπη κινήσει τις αισθήσεις, ή όταν η ψυχική λειτουργία προκαλέσει τον σωματικό μαγνητισμό, και όχι το αντίστροφο, τότε η όλη λειτουργία βασίζεται στον μαγνητισμό που γεννιέται από το πολικά διαφοροποιημένο τους είναι, και δεν πρόκειται για έναν εγωϊστικό στόχο ικανοποίησης.
Η γυναίκα ζεί περισσότερα χρόνια από τον άνδρα, ακριβώς διότι δεν ξοδεύει την σωματική της ικανοποίηση χωρίς αισθήματα, κάτι που δεν ισχύει τόσο για τον άνδρα. Η σωματική ικανοποίηση όταν δεν έχει προκληθεί από ψυχική και πνευματική επαφή, εξασθενεί την ενέργεια του 2ου τσάκρα, με αποτέλεσμα την μείωση του προσδόκιμου ζωής. Το 2ο τσάκρα έχει λιγότερη ενέργεια στον άνδρα από την γυναίκα. Εάν αυτή η μειωμένη ενέργεια ξοδευθεί με σεξουαλική λειτουργία χωρίς αισθήματα έχει αποτέλεσμα την μείωση της βιωσιμότητας. Ο άνδρας όμως ο οποίος, αντίθετα από τους άλλους, λειτουργεί ως γυναίκα σε τέτοιες περιπτώσεις, κάτι που ισχύει για μυημένους και μόνον, ζεί περισσότερο. Και αυτό ισχύει για μυημένους που έχουν κάνει την μύηση πράξη ζωής. Αυτό ισχύει και για την γυναίκα, αλλά σε εκείνην το 2ο τσάκρα έχει περισσότερη ενέργεια από το σύμπαν, ακριβώς για την διαιώνιση του είδους. Η μύηση, αυτή καθεαυτή κατευθύνει τις επιλογές σε αυτό το θέμα είτε το θέλουμε είτε όχι. Ο άνδρας που ερωτεύεται πρώτα πνευματικά και μετά σωματικά έχει περισσότερες πιθανότητες μακροζωϊας, και αγγίζει το θηλυκό προσδόκιμο ζωής. Φυσικά με το ανάλογο τίμημα, από την μη συμμόρφωση στα εξωτερικά πρότυπα. Φυσικά, τον πραγματικά μυημένο αυτό τον αφήνει αδιάφορο. Η μύηση δεν επιζητά κανενός είδους επιβεβαίωση σε εξωτερικά επίπεδα.
Αν αυτό που περιγράφουμε πιο πάνω δεν λειτουργήσει, δηλαδή εάν το άλογο δεν σύρει το κάρο, εάν η ψυχή δεν καθοδηγήσει τις αισθήσεις, αλλά το αντίστροφο, τότε έχουμε απλή εγωϊστική ικανοποίηση, χωρίς κανείς να ασχοληθεί με τον άλλον. Ένα απλό ενδιαφέρον που παρατηρούμε, είναι κι αυτό εγωϊστικό, από την άποψη της ανταποδοτικής απόλαυσης. Η θυσία είναι αυτή που διέπει κάθε εσωτερική λειτουργία, και ο έρως είναι ύψιστη εσωτερική και πνευματική λειτουργία.
Αν θεωρήσουμε την ανθρώπινη φύση διαιρεμένη σε 3 μέρη, Θεός, άνθρωπος, ζωώδης φύση, τότε σύμφωνα με την Σ. Αντζακα, εάν η ψυχή δεν καθοδηγήσει τις αισθήσεις, θα έχουμε παρεμπόδιση της αναζήτησης της ζωώδους φύσης μας να εκφρασθεί ως Θεός, να ανέβει επίπεδο.
Και αντιγράφοντάς την θα λέγαμε: «ο άνδρας που εκτονώνεται πορνικά είτε σε πόρνη είτε στην αγαπημένη του, πεθαίνει στις εσωτερικές περιοχές του».
Ο Giordano Bruno έλεγε ότι «τα κατώτερα ύδατα αντιτίθενται στα Ανώτερα». Τα κατώτερα είναι αυτά που τυφλώνουν τον άνθρωπο, ενώ τα ανώτερα τον φωτίζουν. Η κλασσική μυθολογία μιλά για την πλημμυρίδα και την αμπώτιδα που η μεν πρώτη γεννά τους ανθρώπους, η δε δεύτερη τους Θεούς. Είναι η καθοδική και ανοδική πορεία των υδάτων. Το γνωστό μας “Μεγάλο Εργο”, η ύψιστη λειτουργία που επιδιώκουμε να πραγματοποιήσουμε κάθε μέρα, και κάθε ώρα από την μύησή μας, είναι το έργο που πραγματοποιείται εντός μας αφού όμως αυτοκαθαρθούμε, και καταστούμε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε τη μύηση και τις επιπτώσεις της. Κάτι παρόμοιο γίνεται στον Ερωτα, όπου το κάθε φύλο, καλείται να τον αντιμετωπίσει ως κάτι θεϊκό και όπου στο τέλος, το θεϊκό μέσα του, θα συναντήσει το θεϊκό μέσα της. Τότε έχουμε πράγματι “Μεγάλο Εργο”.
Ο Σκώτος Εριγένης αναφέρει ότι ο Ιησούς γεννήθηκε ως άνδρας αλλά αναστήθηκε ως Ανδρόγυνος, επιστρέφοντας στην αρχική πηγή κατέχοντας και την αρσενική και την θηλυκή φύση.
Και όπως έχουμε την ηρωϊκή αρρενωπότητα και την διονυσιακή, καθώς και την φαλλική, την ασκητική και την απολλώνεια, έτσι έχουμε αντίστοιχα την δημητριακή και την αφροδισιακή θηλυκότητα. Την Μητέρα και την Ερωμένη. Οι λειτουργίες τους διαφορετικές. Αυτό που καλείται να κάνει ο μυημένος, ο κάθε μυημένος και η κάθε μυημένη είναι να ισορροπήσει ανάμεσα σε αυτές τις λειτουργίες, ώστε να μπορέσει το άλογο (αγάπη) να σύρει το κάρο (αισθήσεις). Διαφορετικά έχουμε τον άνδρα δυνάστη και την δαιμονική γυναίκα που απορροφά και καταστρέφει τον άνδρα.
Η πράξη αυτή συμβολίζεται από τους Μύθους του Οσίριδος και της Ισιδας με τους πολύ σημαντικούς συμβολισμούς που περιλαμβάνονται στις μυήσεις του Διδασκάλου της Τέχνης και της Αιγυπτίας Διδασκάλισσας.
Προκειμένου να κατανοήσουμε στο μέγιστό της την διαδικασία των δύο φύλων, να διευκρινήσουμε ότι η Γυναίκα αποτελεί το παθητικό μέρος της ύπαρξης, το οποίο πρέπει να εξουσιασθεί. Εάν αυτό δεν συμβεί με επιτυχία, τότε έχουμε ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ ΤΗΣ ΠΤΩΣΗΣ. Το θηλυκό στοιχείο πρέπει να εξουσιασθεί όχι υποτιμητικά, αλλά υπερτιμητικά. Ακόμη και τα παραμύθια των παιδικών μας χρόνων το υπονοούν, διότι είναι φτιαγμένα από ανθρώπους που με τον ένα ή άλλο τρόπο μας μετέδωσαν αρχέτυπες αξίες είτε το κατανόησαν είτε όχι. Η φυλακισμένη πριγκήπισσα που απελευθερώνεται από τον Ιππότη, η Δουλκινέα που παρακινεί τον Δον Κιχώτη για να κάνει τα κατορθώματά του, η Βασίλισσα του Σαββά που γοήτεψε τον βασιληά Σολομώντα, η Ίσις που ανέστησε τον Όσιρι, το Τέρας που ανέστησε στην ψυχή της πεντάμορφης την ανιδιοτελή αγάπη για να την δώσει τελικά εκείνη σε άλλον.
Ας μην ξεχνάμε ότι ο χειροτονούμενος Ιερέας χορεύει τον χορό του Ησαϊα, όπως ακριβώς στο γαμήλιο Τυπικό, νυμφευόμενος όμως την Εκκλησία, και η Μοναχή νυμφεύεται τον Ιησού στο αντίστοιχο Τυπικό.
Η γυναίκα δεν είναι απλά το θηλυκό σε όλες αυτές τις διηγήσεις. Είναι η ψυχή που κατ’αρχήν αναζητά φυσικές απολαύσεις, και μετά περνά στις πνευματικές υπό την καθοδήγηση της Θεϊκής της ψυχής. Η πορεία του άνδρα ουσιαστικά εξαρτάται από αυτήν. Η κατάχρηση και η αλαζονεία εκ μέρους του είναι που θα τον καταστρέψουν και όχι η απλή συνεύρεση με το άλλο φύλο. Και αυτή η καταστροφή θα παρασύρει, αναπόφευκτα, οριστικά και αμετάκλητα σχεδόν και την γυναίκα. Η πτώση θα επαληθευθεί και θα επαναληφθεί με σημερινά δεδομένα.
Κάθε μέρα επαναλαμβάνεται η πτώση δίπλα μας. Επιβεβαιώνεται και επαληθεύεται με κάθε μεμονωμένη πράξη ατομικής καταστροφής μας.
Έτσι λοιπόν, λαμβάνοντας υπόψη ότι η γυναικεία φύση έχει την δημητριακή όψη ή μητρική και την αφροδισιακή ή ερωτική, αντιγράφοντας από το βιβλίο «η μεταφυσική του φύλου» τον Julius Evola, «Οσο απογοητευτικό κι αν ακούγεται για την αστική μας ηθικότητα, δεν είναι ως μητέρα αλλά ως ερωμένη που μπορεί μία γυναίκα να προσεγγίσει φυσιολογικά μία υψηλότερη τάξη, πράγμα το οποίο σημαίνει, όχι στην βάση της ηθικότητας, αλλά απλώς ενεργοποιώντας μία έμφυτη προδιάθεση του είναι της».
Νομίζω πως όλοι γνωρίζουμε ότι αυτή η λειτουργία είναι εμφανής δίπλα μας κάθε μέρα και κάθε στιγμή, σε εκφυλισμένη όμως μορφή.
Η λειτουργία αυτή, είναι απαραίτητη. Είναι το αίσθημα της αγωνιώδους κενότητας από την μη κατάκτηση ενός άνδρα. Όταν αυτό επιτευχθεί έχουμε την πλήρη αποθέωση της παθητικότητας που χαρακτηρίζει το θηλυκό στοιχείο. Τότε η γυναίκα δεν απορροφά απλά το σπέρμα αλλά την «βίρυα», δηλαδή την μαγική αρρενωπότητα, το είναι του αρσενικού.
Γράφει ο Gastone Ventura Μεγάλος Ιεροφάντης τά Τύπου μας από το 1966 έως το 1981: «Το θηλυκό θέλει να απελευθερώσει από το αρσενικό το σπέρμα του και την δύναμή του, και με αυτό να τον δεσμεύσει προς αυτήν διαμέσου του καρπού που αναβλύζει γιαυτόν τον σκοπό. Απελευθερώνοντας από το αρσενικό το σπέρμα του, το θηλυκό αποκομίζει από αυτόν δύναμη. Όμως, πέραν αυτού, δεν μπορεί να του απελευθερώσει το δικαίωμα να «εκσπερματώνει». Μπορεί μόνον να εξουσιάσει (γιατί στην πραγματικότητα αυτή είναι που εξουσιάζει και όχι το αρσενικό) να διατηρήσει και να συντηρήσει, αλλά δεν μπορεί να «εκσπερματώσει».
Ουσιαστικά, όπως και ο Αριστοτέλης έλεγε, έχουμε αναρρόφηση του σπέρματος από την γυναίκα. Έτσι επιβεβαιώνεται ότι ο άνδρας είναι παθητικά ενεργός, ενώ η γυναίκα ενργητικά παθητική. Δηλαδή εκείνη ενεργεί με την παθητικότητά της για να προκαλέσει την ενέργεια του άνδρα ο οποίος έτσι απλά υποκύπτει με την παθητικότητά του. Και όπως λέει και πάλι ο Gastone Ventura «πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι αρσενικό και θηλυκό είναι όροι δανεισμένοι στην γλώσσα επικοινωνίας για να μπορέσουμε να εκφρασθούμε (παράδειγμα: η σελήνη στα ιταλικά είναι θηλυκή, στα γερμανικά είναι αρσενική) και ότι όλα βασίζονται σε ένα βασικό ζήτημα: την γέννηση, γέννηση των ανθρώπων, των πλανητών, των αστερισμών, των ουρανών, των αιώνων, των αγγέλων, των θεών, των μυημένων. Και για να γίνει κατανοητό αυτό το ζήτημα στους ανθρώπους, επιλέχθηκαν δύο σύμβολα. Του φαλλού και του αιδοίου».
Στα εξωτερικά πεδία μόνον είναι ενεργητικός ο άνδρας και παθητική η γυναίκα. Στα λεπτά η γυναίκα είναι η ενεργητική και ο άνδρας ο παθητικός.
Έτσι μπορούμε να κατανοήσουμε καλύτερα το γεγονός ότι η φράση που πρέπει να χαρακτηρίζει έναν μυημένο είναι «να είσαι ο εαυτός σου» και «να λές αλήθεια στον εαυτόν σου».
Κανείς δεν μπορεί να ορίσει μία άλλη λογική και μία άλλη αλήθεια σε έναν Μυημένο. Ο Μυημένος γνωρίζει την Αλήθεια και βαδίζει σύμφωνα με αυτήν. Δεν ασχολείται με την γνώμη των μη γνωριζόντων. Την ακούει, αλλά εκείνος υπηρετεί την Αλήθεια γιαυτό δεν μπορεί να την διαψεύσει. Ο πολεμιστής και ασκητής άνδρας βρίσκει το πολικό του αντίθετο στην ερωμένη και μητέρα.
Δικαίως ο Τύπος μας σεβόμενος και υποκλινόμενος στην υπέρτατη αυτή μαγική και μυητική διαδικασία των δύο φύλων, μόλις ο νεομυούμενος ή η νεομυούμενη φορέσει το τελετουργικό περίζωμα, του προσφέρει 2ο ζευγάρι γάντια «για την αντίθετη πολικότητά του».
Πηγές:
1) Η γυναικεία μύηση στον Ελευθεροτεκτονισμό. Sebastiano Caracciolo
2) Η μεταφυσική του Φύλου. Julius Evola. 3) Δοσίληθο Πέος. Σοφία Αντζακα